Συζήτηση επί της αρχής του σχεδίου νόμου του Υπ. Οικονομίας και Οικονομικών: «Ανώνυμες εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων, οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες, αμοιβαία κεφάλαια και άλλες διατάξεις»

Συζήτηση επί της αρχής του σχεδίου νόμου του Υπ. Οικονομίας και Οικονομικών: «Ανώνυμες εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων, οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες, αμοιβαία κεφάλαια και άλλες διατάξεις»

Θεόδωρος Καράογλου:

Κύριε Πρόεδρε, αγαπητοί συνάδελφοι, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο περί ανωνύμων εταιρειών, διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων και άλλων διατάξεων είναι ένα καθαρά τεχνοκρατικό νομοσχέδιο, είναι ένα νομοσχέδιο στο οποίο προβλέπεται η ενσωμάτωση των κοινοτικών οδηγιών 107 και 108 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οδηγίες οι οποίες ελήφθησαν στις αρχές του 2002, συγκεκριμένα στις 21-1-2002.
Αν θα μπορούσε να γίνει κάποια κριτική επί αυτού καθεαυτού του νομοσχεδίου, θα ήταν μόνο η πολύ μεγάλη καθυστέρηση, η καθυστέρηση δυόμισι χρόνων, με την οποία έρχεται στη Βουλή. Και βέβαια είναι απορίας άξια η έκφραση που προηγουμένως χρησιμοποίησε ο εισηγητής της Μειοψηφίας, ότι «ευθύς αμέσως», δηλαδή το 2003, συνεστήθη επιτροπή για την προσαρμογή των κοινοτικών αυτών οδηγιών στην ελληνική νομοθεσία. Το «ευθύς αμέσως», αν σε χρόνο ΠΑΣΟΚ ερμηνεύεται σε καθυστέρηση ενός χρόνου και η προετοιμασία αυτής της επιτροπής διήρκεσε άλλο ενάμιση χρόνο, καταλαβαίνετε ότι έχουμε κάποια διαφορά και κάποια ένσταση σχετικά με τον περίφημο αυτό χρόνο.

Όμως, όπως είπα και πριν, το νομοσχέδιο είναι καθαρά τεχνοκρατικό. Είναι ένα νομοσχέδιο, όμως, που αγγίζει ευρύτερα θέματα οικονομίας και γι' αυτόν το λόγο δεν θα αντισταθώ κι εγώ στον πειρασμό και θα αναφερθώ σε ζητήματα οικονομίας, που θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ σημαντικά.
Νομίζω ότι είναι κοινώς γνωστό σε όλους ότι η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας είναι σε μαύρα χάλια. Η «μαύρη τρύπα» της οικονομίας είναι τεράστια. Το δημόσιο έλλειμμα της χώρας θυμίζει έλλειμμα αφρικανικής χώρας. Τα δύο βασικά διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας δυστυχώς εξακολουθούν να παραμένουν και μάλιστα και για τα δύο, αντί να έχουν αμβλυνθεί, η αλήθεια είναι ότι συνεχώς οξύνονται.
Πρώτα-πρώτα η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας συνεχώς χειροτερεύει. Έτσι ελλείψει ανταγωνιστικότητας έχουμε τη συνεχή διόγκωση του ελλείμματος εμπορικού ισοζυγίου αλλά και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, αφού οι εξαγωγές μειώνονται, οι εισαγωγές διογκώνονται, αλλά παράλληλα και οι άλλοι πόροι, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το τουριστικό συνάλλαγμα, συνεχώς συρρικνώνονται.
Η αποβιομηχάνιση της χώρας προχωρά διαρκώς ακάθεκτη. Επιχειρήσεις κλείνουν μην αντέχοντας στο διεθνή ανταγωνισμό, ενώ άλλες μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε γειτονικές όμορες χώρες με πολύ φθηνότερο κόστος εργασίας.
Αγαπητοί συνάδελφοι, η έλλειψη ανταγωνιστικότητας αποτελεί δυναμίτιδα στα θεμέλια της οικονομίας. Εάν δεν βελτιωθεί άμεσα η ανταγωνιστικότητα, νέες στρατιές ανέργων θα προστεθούν στους ήδη υπάρχοντες χιλιάδες ανέργους.
Τα δημοσιονομικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος, το συνθηματικού τύπου έλλειμμα 1,7% του ΑΕΠ, που επικαλούνταν η προηγούμενη κυβέρνηση, πολύ σύντομα αποκαλύφθηκε με την πλήρη και διάφανη δημοσιονομική απογραφή ότι ήταν υπερτριπλάσιο, συγκεκριμένα 5,3% του ΑΕΠ. Το δημόσιο χρέος που κατά την προηγούμενη κυβέρνηση ήταν περίπου 100% του ΑΕΠ και μάλιστα έβαινε συνεχώς μειούμενο, αποκαλύφθηκε ότι ήταν 112% και ίσως εάν ψαχτεί λίγο περισσότερο και έχουμε μία αναλυτική απογραφή του χρέους των Ενόπλων Δυνάμεων ή άλλων κονδυλίων, τα οποία δεν έχουν μπει στην απογραφή αυτή ή εάν υπολογιστεί προσεκτικά η περίφημη «άσπρη τρύπα» των ΔΕΚΟ, που τελικά ίσως να μην είναι τόσο άσπρη, όσο όλοι μας ευχόμαστε, ίσως το δημόσιο χρέος να είναι ακόμα μεγαλύτερο. Φυσικά η αντιμετώπιση των δύο παραπάνω σοβαρότατων διαρθρωτικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας πρέπει να γίνει άμεσα και ριζικά.
Φυσικά η αντιμετώπιση, εκτός από μία στυγνή τεχνοκρατική λογική, θα πρέπει να έχει κύρια μία ανθρωποκεντρική προσέγγιση. Πρέπει να κάνουμε πολιτική για τον άνθρωπο, για τον πολίτη και όχι για τους αριθμούς.
Οι άμεσες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσουμε ως χώρα, είναι πρώτα-πρώτα η πραγματική σύγκλιση του βιοτικού επιπέδου της χώρας προς το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου σήμερα δυστυχώς η πραγματικότητα είναι τραγική. Ο μέσος Έλληνας έχει περίπου το 70% του αντίστοιχου μέσου όρου εισοδήματος των Ευρωπαίων πολιτών. Το ένα τρίτο των Ελλήνων πολιτών ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.
Δεύτερον, η παροχή ευκαιριών απασχόλησης σε όλους. Σήμερα δυστυχώς η ανεργία είναι το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα της χώρας. Το ποσοστό ανεργίας της χώρας ξεπερνά το 12% και είναι το δεύτερο υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ένας στους τέσσερις νέους είναι άνεργος. Μία στις τρεις νέες κοπέλες είναι άνεργη. Απέναντι στα μεγάλα αυτά διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, απέναντι σ' αυτές τις προκλήσεις που πρέπει συνολικά η ελληνική πολιτική σκηνή να αντιμετωπίσει, τι λέει η Αξιωματική Αντιπολίτευση; Ελλείψει ουσιαστικών επιχειρημάτων δημιουργεί την ανάγκη τεχνητής όξυνσης. Προσπαθεί να καταδείξει ως αναξιόπιστη τη νέα Κυβέρνηση, μια Κυβέρνηση μόλις διακοσίων ημερών και ζητούν οι άνθρωποι οι οποίοι κυβέρνησαν επί μία εικοσαετία τον ελληνικό λαό, να έχουν διορθωθεί όλα τα πράγματα μέσα σε διακόσιες μέρες.
Αλήθεια, οι συνάδελφοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης θεωρούν ότι η δική τους αξιοπιστία είναι αλώβητη στο πέρασμα του χρόνου; Ενίστανται ότι δεν έχουμε οικονομική πολιτική ή δεν καταλαβαίνουν οι συνάδελφοι την οικονομική μας πολιτική. Αυτό, όμως, που θα πρέπει να ξέρουν, είναι ότι δεν μας ενδιαφέρει εάν οι συνάδελφοι καταλαβαίνουν ή όχι την οικονομική μας πολιτική. Αυτό που είναι σημαντικό, είναι ότι την καταλαβαίνει ο ελληνικός λαός, ο οποίος επανειλημμένως εμπιστεύτηκε την τύχη της διακυβέρνησης της χώρας στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας.
Μας κατηγορούν για ψεύτικη απογραφή. Οι πρωτομάστορες της δημιουργικής λογιστικής κατηγορούν τη νέα διακυβέρνηση της χώρας για ψεύτικη απογραφή! Έως το 2000, αγαπητοί συνάδελφοι, όταν υπήρχε ο εθνικός στόχος της οικονομικής και νομισματικής σύγκλισης, τότε κρατούσαμε χαμηλούς τόνους για να πετύχουμε το στόχο. Βεβαίως με χαμηλούς πάντα τόνους καταγγέλλαμε την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ τότε για παραποίηση στοιχείων, καταγγέλλαμε την παραποίηση δεδομένων, για να επιτευχθεί η ονομαστική σύγκλιση και όχι η πραγματική, αλλά έως εκεί. Όμως αμέσως μετά το 2000 και όταν είχε επιτευχθεί πλέον ο μεγάλος εθνικός στόχος της οικονομικής, νομισματικής ένωσης, τότε η ίδια η κυβέρνηση, ενώ θα έπρεπε να ακολουθήσει μία δυναμική οικονομική πολιτική για να διορθώσει τα πράγματα, δυστυχώς συνέχιζε να «στρουθοκαμηλίζει». Συνέχιζε να «στρουθοκαμηλίζει» έχοντας μία λογική, ότι ναι τα πράγματα δεν είναι καλά, αλλά ας τα κρύβουμε για να μην τα βλέπουν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά.
Εμείς προτιμούσαμε και προτιμούμε να λέμε την αλήθεια στον ελληνικό λαό, προτιμούμε να λέμε την αλήθεια στους Ευρωπαίους εταίρους μας, γιατί μ' αυτό τον τρόπο θέλουμε να αναγνωρίζουμε το πρόβλημα και να προσπαθούμε να υλοποιούμε πολιτικές για την αντιμετώπισή του. Πρέπει, όμως, άμεσα να παρθούν πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση των παραπάνω μεγάλων σημαντικών διαρθρωτικών προβλημάτων της χώρας.
Πρέπει το συντομότερο δυνατό -και αυτό είναι κάτι που θα γίνει τις πρώτες μέρες του Νοεμβρίου- να προχωρήσουμε σ΄ ένα ριζικά διαφορετικό φορολογικό σύστημα. Ένα φορολογικό σύστημα απλό, κατανοητό, σταθερό, κοινωνικά δίκαιο, που θα κάνει αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος προς όφελος των μικρομεσαίων τάξεων. Θα πρέπει να προχωρήσουμε σ΄ ένα νέο πραγματικά αναπτυξιακό νόμο, μοχλό για την οικονομική και κυρίως για την περιφερειακή ανάπτυξη, αλλά και συμβατό με την κοινοτική νομοθεσία. Θα πρέπει να προχωρήσουμε στην πλήρη απελευθέρωση των αγορών πέρα από ιδεολογικούς δογματισμούς και αγκυλώσεις του χθες. Θα πρέπει να προχωρήσουμε στην ενίσχυση της νέας επιχειρηματικότητας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, στη δραστική μείωση των ελλειμμάτων και του χρέους με τη μείωση του σπάταλου και αδηφάγου κράτους του ΠΑΣΟΚ, με τη μείωση των αμυντικών δαπανών. Πρέπει να κάνουμε πράξη το τρίπτυχο του Πρωθυπουργού μας Κωνσταντίνου Καραμανλή για την οικονομία. Νοικοκυρεύουμε το κράτος, αναπτύσσουμε την οικονομία, υπηρετούμε την κοινωνία και τον πολίτη.
Ευχαριστώ πολύ.